Οι καυγάδες είναι δεδομένοι ανάμεσα στα αδέλφια, ανεξαρτήτως φύλου και διαφοράς ηλικίας.
Πηγή:www.mama365.gr
Στις πιο μικρές ηλικίες το πρόβλημα είναι συνήθως η αδυναμία των παιδιών να μοιράζονται (τόσο τους γονείς τους όσο και τα πράγματά τους).
Μεγαλώνοντας το συναίσθημα αυτό εκδηλώνεται ως ζήλεια, όπως επισημαίνει η κ. Κυριακίδου: «Είναι πολύ φυσιολογικό τα αδέλφια να τσακώνονται λόγω ζήλιας και αυτό δεν θα πρέπει να τρομάζει τους γονείς».
Γιατί, όμως, να υπάρχει ζήλεια ανάμεσα στα αδέλφια;
«Έχει να κάνει με τον τρόπο που οι γονείς αντιμετωπίζουν τις συγκρούσεις. Όταν, για παράδειγμα, στους αδελφικούς καυγάδες, μπαίνουν στη μέση και προστατεύουν το πιο "αδύναμο" παιδί, αυτόματα δημιουργείται ζήλια».
Άλλοι λόγοι που δημιουργούν συνήθως κόντρες ανάμεσα στα αδέλφια είναι οι διαφορετικές τους προσωπικότητες, η διαφορά ηλικίας που εκ των πραγμάτων μεταφράζεται σε διαφορετικά ενδιαφέροντα ή ακόμα και η κοντινή ηλικία, που σημαίνει ότι τα παιδιά θέλουν και διεκδικούν τα ίδια πράγματα.
Ακόμα και τα πιο αγαπημένα αδέλφια μπορεί κατά καιρούς να έχουν έντονες συγκρούσεις.
Το ζήτημα είναι, καθώς τα παιδιά δεν είναι σε θέση να δουν την προοπτική των πραγμάτων και το ποιος φταίει, ούτε γνωρίζουν πώς να επιλύουν ειρηνικά τις διαφορές, πώς θα διδάξετε εσείς αυτές τις αξίες και πώς θα τα βοηθήσετε να αναπτύξουν μια παντοτινή φιλία.
Ο ρόλος των γονιών στις σχέσεις των αδελφιών
Η ειδικός εξηγεί ότι οι γονείς είναι καταρχήν εκείνοι που, με την στάση τους απέναντι στο κάθε παιδί, δημιουργούν εικόνες αναφορικά με την ταυτότητα του καθενός.
Για παράδειγμα, όταν δύο αδέλφια τσακώνονται και οι γονείς επεμβαίνουν στον τσακωμό για να τα χωρίσουν, συνήθως παίρνουν το μέρος του πιο 'αδύναμου' ή μικρότερου παιδιού και μαλώνουν το πιο μεγάλο. Αυτόματα, τότε το 'δυναμικό' παιδί νιώθει ότι δεν το αγαπούν, ενώ το 'αδύναμο' παιδί νιώθει ότι πάντα θα χρειάζεται προστασία.
Αν, μάλιστα, επεμβαίνει μόνο ο ένας γονιός στον καυγά, ενώ ο άλλος μένει αμέτοχος, αυτόματα ο γονιός αυτός γίνεται «αρχηγός» του υπό προστασία παιδιού, ενώ ο άλλος γονιός δείχνει να παίρνει το μέρος του «δυνατού» παιδιού.
Η διαφορετική αυτή στάση των γονιών υποδηλώνει ενδεχομένως σύγκρουση ανάμεσα στο ζευγάρι και αυτός είναι ένας ακόμα λόγος για να γεννάται σύγκρουση και ανάμεσα στα αδέλφια.
Πώς πρέπει, λοιπόν, να διαχειρίζονται οι γονείς τους αδελφικούς καβγάδες;
«Με πλήρη αδιαφορία!», απαντά η κ. Κυριακίδου και εξηγεί: «Τις περισσότερες φορές τα μικρά παιδιά ξεκινούν έναν καβγά από το τίποτα, για λόγο ασήμαντο. Μπορεί ακόμα και να το κάνουν για να τραβήξουν το ενδιαφέρον του γονιού, γιατί υποσυνείδητα έχουν καταγράψει ότι ένας τρόπος για να ασχοληθεί ο γονιός μαζί τους είναι αυτός.
Και πράγματι, ελάχιστοι είναι οι γονείς που θα αφήσουν τα αδέλφια να τσακωθούν έντονα, ακόμα και να χτυπήσουν το ένα το άλλο, από φόβο μην σκοτωθούν. Ε, δεν σκοτώνονται! Μπορεί πράγματι να χτυπήσουν, αλλά έτσι θα μάθουν ότι μία πράξη έχει φυσικές και λογικές συνέπειες.
Όταν οι γονείς, όμως, επεμβαίνουν στους αδελφικούς καβγάδες, τα παιδιά έχουν ήδη κερδίσει!
Μεγαλώνοντας το συναίσθημα αυτό εκδηλώνεται ως ζήλεια, όπως επισημαίνει η κ. Κυριακίδου: «Είναι πολύ φυσιολογικό τα αδέλφια να τσακώνονται λόγω ζήλιας και αυτό δεν θα πρέπει να τρομάζει τους γονείς».
Γιατί, όμως, να υπάρχει ζήλεια ανάμεσα στα αδέλφια;
«Έχει να κάνει με τον τρόπο που οι γονείς αντιμετωπίζουν τις συγκρούσεις. Όταν, για παράδειγμα, στους αδελφικούς καυγάδες, μπαίνουν στη μέση και προστατεύουν το πιο "αδύναμο" παιδί, αυτόματα δημιουργείται ζήλια».
Άλλοι λόγοι που δημιουργούν συνήθως κόντρες ανάμεσα στα αδέλφια είναι οι διαφορετικές τους προσωπικότητες, η διαφορά ηλικίας που εκ των πραγμάτων μεταφράζεται σε διαφορετικά ενδιαφέροντα ή ακόμα και η κοντινή ηλικία, που σημαίνει ότι τα παιδιά θέλουν και διεκδικούν τα ίδια πράγματα.
Ακόμα και τα πιο αγαπημένα αδέλφια μπορεί κατά καιρούς να έχουν έντονες συγκρούσεις.
Το ζήτημα είναι, καθώς τα παιδιά δεν είναι σε θέση να δουν την προοπτική των πραγμάτων και το ποιος φταίει, ούτε γνωρίζουν πώς να επιλύουν ειρηνικά τις διαφορές, πώς θα διδάξετε εσείς αυτές τις αξίες και πώς θα τα βοηθήσετε να αναπτύξουν μια παντοτινή φιλία.
Ο ρόλος των γονιών στις σχέσεις των αδελφιών
Η ειδικός εξηγεί ότι οι γονείς είναι καταρχήν εκείνοι που, με την στάση τους απέναντι στο κάθε παιδί, δημιουργούν εικόνες αναφορικά με την ταυτότητα του καθενός.
Για παράδειγμα, όταν δύο αδέλφια τσακώνονται και οι γονείς επεμβαίνουν στον τσακωμό για να τα χωρίσουν, συνήθως παίρνουν το μέρος του πιο 'αδύναμου' ή μικρότερου παιδιού και μαλώνουν το πιο μεγάλο. Αυτόματα, τότε το 'δυναμικό' παιδί νιώθει ότι δεν το αγαπούν, ενώ το 'αδύναμο' παιδί νιώθει ότι πάντα θα χρειάζεται προστασία.
Αν, μάλιστα, επεμβαίνει μόνο ο ένας γονιός στον καυγά, ενώ ο άλλος μένει αμέτοχος, αυτόματα ο γονιός αυτός γίνεται «αρχηγός» του υπό προστασία παιδιού, ενώ ο άλλος γονιός δείχνει να παίρνει το μέρος του «δυνατού» παιδιού.
Η διαφορετική αυτή στάση των γονιών υποδηλώνει ενδεχομένως σύγκρουση ανάμεσα στο ζευγάρι και αυτός είναι ένας ακόμα λόγος για να γεννάται σύγκρουση και ανάμεσα στα αδέλφια.
Πώς πρέπει, λοιπόν, να διαχειρίζονται οι γονείς τους αδελφικούς καβγάδες;
«Με πλήρη αδιαφορία!», απαντά η κ. Κυριακίδου και εξηγεί: «Τις περισσότερες φορές τα μικρά παιδιά ξεκινούν έναν καβγά από το τίποτα, για λόγο ασήμαντο. Μπορεί ακόμα και να το κάνουν για να τραβήξουν το ενδιαφέρον του γονιού, γιατί υποσυνείδητα έχουν καταγράψει ότι ένας τρόπος για να ασχοληθεί ο γονιός μαζί τους είναι αυτός.
Και πράγματι, ελάχιστοι είναι οι γονείς που θα αφήσουν τα αδέλφια να τσακωθούν έντονα, ακόμα και να χτυπήσουν το ένα το άλλο, από φόβο μην σκοτωθούν. Ε, δεν σκοτώνονται! Μπορεί πράγματι να χτυπήσουν, αλλά έτσι θα μάθουν ότι μία πράξη έχει φυσικές και λογικές συνέπειες.
Όταν οι γονείς, όμως, επεμβαίνουν στους αδελφικούς καβγάδες, τα παιδιά έχουν ήδη κερδίσει!
Αν, όμως, οι γονείς αποσυρθούν, ήδη από τον πρώτο καβγά, τα αδέλφια θα καταλάβουν ότι ...το παιχνίδι αυτό, δεν παίζει!»
Αν ο καβγάς είναι ιδιαίτερα έντονος, το επόμενο που μπορούν να κάνουν οι γονείς, σύμφωνα με την ειδικό, είναι να ζητήσουν από τα παιδιά τον λόγο του καβγά, χωρίς όμως να γίνουν κριτές ή δικαστές.
Κάποια πράγματα που μπορούν να πουν οι γονείς μετά τον αδελφικό καβγά είναι:
«Αφού αγαπιέστε, γιατί τσακώνεστε;»:
Τα παιδιά μπορεί πάνω στον θυμό τους να απαντήσουν ότι δεν αγαπιούνται. Τότε οι γονείς μπορεί να πουν «αν δεν αγαπιέστε, να πάει ο καθένας στο δωμάτιό του, να παίζετε μόνοι σας και να μη μιλάτε μεταξύ σας». Ακόμα κι αν τα παιδιά υπακούσουν, είναι βέβαιο ότι λίγη ώρα μετά θα παίζουν πάλι μαζί, γιατί σκοπός τους φυσικά δεν είναι να χάσουν ο ένας την παρέα του άλλου.
«Η συμπεριφορά αυτή πληγώνει»:
Είναι σημαντικό να καταλάβουν τα παιδιά τις επιπτώσεις ενός τσακωμού και, κυρίως, να μάθουν να εκφράζουν με λόγια και όχι με πράξεις τα συναισθήματά τους.
«Γιατί δεν θέλεις τον αδελφό / την αδελφή σου;»:
Αυτή είναι μία πολύ καλή ερώτηση στην περίπτωση που κάποιο παιδί εκφράσει αρνητικά συναισθήματα για το άλλο, καθώς μία πιθανή απάντηση που αποκαλύπτει ζητήματα ζήλειας και ανταγωνισμού μπορεί να δώσει στους γονείς να καταλάβουν το λάθος τους.
Αν για παράδειγμα το παιδί πει «τον αγαπάτε περισσότερο από εμένα», είναι ξεκάθαρο ότι αυτό έχει εισπράξει από τους γονείς και εκείνοι οφείλουν να το διορθώσουν.
Αν ο καβγάς είναι ιδιαίτερα έντονος, το επόμενο που μπορούν να κάνουν οι γονείς, σύμφωνα με την ειδικό, είναι να ζητήσουν από τα παιδιά τον λόγο του καβγά, χωρίς όμως να γίνουν κριτές ή δικαστές.
Κάποια πράγματα που μπορούν να πουν οι γονείς μετά τον αδελφικό καβγά είναι:
«Αφού αγαπιέστε, γιατί τσακώνεστε;»:
Τα παιδιά μπορεί πάνω στον θυμό τους να απαντήσουν ότι δεν αγαπιούνται. Τότε οι γονείς μπορεί να πουν «αν δεν αγαπιέστε, να πάει ο καθένας στο δωμάτιό του, να παίζετε μόνοι σας και να μη μιλάτε μεταξύ σας». Ακόμα κι αν τα παιδιά υπακούσουν, είναι βέβαιο ότι λίγη ώρα μετά θα παίζουν πάλι μαζί, γιατί σκοπός τους φυσικά δεν είναι να χάσουν ο ένας την παρέα του άλλου.
«Η συμπεριφορά αυτή πληγώνει»:
Είναι σημαντικό να καταλάβουν τα παιδιά τις επιπτώσεις ενός τσακωμού και, κυρίως, να μάθουν να εκφράζουν με λόγια και όχι με πράξεις τα συναισθήματά τους.
«Γιατί δεν θέλεις τον αδελφό / την αδελφή σου;»:
Αυτή είναι μία πολύ καλή ερώτηση στην περίπτωση που κάποιο παιδί εκφράσει αρνητικά συναισθήματα για το άλλο, καθώς μία πιθανή απάντηση που αποκαλύπτει ζητήματα ζήλειας και ανταγωνισμού μπορεί να δώσει στους γονείς να καταλάβουν το λάθος τους.
Αν για παράδειγμα το παιδί πει «τον αγαπάτε περισσότερο από εμένα», είναι ξεκάθαρο ότι αυτό έχει εισπράξει από τους γονείς και εκείνοι οφείλουν να το διορθώσουν.
Πώς; Ο γονιός μπορεί σε ένα τέτοιο παράπονο να απαντήσει «συγνώμη αν σε έκανα να αισθάνεσαι έτσι, δεν το είχα καταλάβει. Θα ήθελα να μου το υποδεικνύεις κάθε φορά που νιώθεις να σε αδικώ».
Το να δικαιώσει ο γονιός το παιδί είναι σημαντικό, γιατί έτσι αυτό νιώθει ότι έχει μια θέση στην οικογένεια, ότι ακούγεται.
Επιπλέον, μέσω αυτών των συζητήσεων τα παιδιά μαθαίνουν πόσο ουσιαστική είναι η επικοινωνία, που πολλές φορές ούτε τα ζευγάρια δεν έχουν μεταξύ τους. Με τον τρόπο αυτόν τα αδέλφια θα μάθουν, μεγαλώνοντας, να λύνουν ειρηνικά τις διαφορές τους, χωρίς να μένουν κατάλοιπα που θα οδηγήσουν κάποτε σε μεταξύ τους ρήξη.
Συμβουλές για αγαπημένα αδέλφια
Η κ. Κυριακίδου συμβουλεύει τους γονείς για το τι ακόμα μπορούν να κάνουν προκειμένου να συσφίξουν τους δεσμούς της οικογένειας και τις καλές σχέσεις των αδελφών:
Ενθαρρύνετε τη διαφορετικότητα του κάθε παιδιού:
Μην πιέζετε ένα εσωστρεφές παιδί να γίνει κοινωνικό ή ένα κοινωνικό παιδί να «συμμαζεύεται» και, κυρίως, μη λέτε στο ένα παιδί να παραδειγματίζεται από το άλλο. Το κάθε παιδί έχει την δική του προσωπικότητα που οφείλετε να μπολιάσετε με τρόπο που να οδηγεί το παιδί στην αυτονόμηση και αυτοεκτίμησή του.
Χρησιμοποιήστε το χιούμορ:
Το χιούμορ αποδεικνύεται σπουδαίος απινιδωτής μιας τεταμένης κατάστασης. Για παράδειγμα, όταν τα παιδιά πλακώνονται στο ξύλο και έρχονται σε εσάς για να αναλάβετε ρόλο διαιτητή μπορείτε απλά να τους πείτε: «αν θέλετε να σφαχτείτε, βγείτε έξω γιατί έχω σφουγγαρίσει!».
Μην τιμωρείτε τα παιδιά για τους καβγάδες τους:
Η τιμωρία στις περιπτώσεις αυτές δεν βοηθά τα παιδιά. Τα κάνει να νιώθουν ακόμα πιο αδικημένα και έτσι γίνονται επαναστάτες στην οικογένεια και αρχίζουν να μη σέβονται τους γονείς.
Κοινά παιχνίδια:
Όπως αναφέραμε και παραπάνω, τα μικρά παιδιά δεν έχουν μάθει να μοιράζονται. Ένας καλός τρόπος για να τους το μάθετε είναι μέσα από το παιχνίδι. Ένα επιτραπέζιο παιχνίδι, παραδείγματος χάριν, που να ανταποκρίνεται στις ηλικίες των παιδιών, θα τα μάθει να μοιράζονται, να γελούν και να διασκεδάζουν μαζί –άλλωστε, αυτός είναι ο σκοπός. Μάλιστα, καλό είναι να επιλέγετε παιχνίδια που δεν δίνουν έμφαση στον νικητή, αλλά στον ηττημένο (π.χ. ο ηττημένος θα επιλέξει τι ταινία θα δείτε το βράδυ)!
Οι δουλειές του σπιτιού:
Να καλείτε τα παιδιά, ακόμα και των πιο μικρών ηλικιών, να συμμετέχουν στις δουλειές του σπιτιού, π.χ. στο μαγείρεμα ή το μάζεμα των παιχνιδιών. Κάντε το, όμως, όχι με τρόπο τυπικό αλλά σαν παιχνίδι (π.χ. όσο πιο γρήγορα μαζέψετε τα δωμάτιά σας, τόσο πιο γρήγορα θα πάμε βόλτα). Έτσι τα παιδιά θα μάθουν να μοιράζονται ευθύνες και υποχρεώσεις, ενώ θα αναπτύξουν πιο εύκολα πνεύμα συνεργασίας!
Οικογενειακές βόλτες και εκδρομές:
Μία μονοήμερη εκδρομή στο δάσος ή το βουνό, π.χ. για εξερεύνηση, εμπνέει τα παιδιά και τα φέρνει πιο κοντά.
Μην επισημαίνετε την διαφορά ηλικίας μεταξύ τους:
Ένα μεγάλο λάθος που κάνουν οι γονείς είναι να βάζουν ταμπέλες του «μικρού» και του «μεγάλου» ανάμεσα στα αδέλφια. Οι ταμπέλες αυτές στο μυαλό των παιδιών μεταφράζονται ως: Εσύ είσαι ο «μεγάλος», είσαι ο αρχηγός, είσαι υπεύθυνος για τον αδελφό/την αδελφή σου –άρα εσύ φταις για κάθε καβγά, εσύ είσαι ο κυρίαρχος της σχέσης. Αντίστοιχα, για τον «μικρό», η ταμπέλα αυτή σημαίνει ότι πρέπει να υποχωρεί, να χρειάζεται προστάτη, να του συγχωρούνται όλα λόγω ανωριμότητας κ.λ.π. Αντίθετα, το μεγάλο παιδί πρέπει να νιώθει οδηγός ή δάσκαλος αναφορικά με το μικρό όχι «αφεντικό». Αντί, λοιπόν, να το μαλώνουμε που δεν πρόσεξε τον αδερφό ή την αδερφή του, πρέπει να το ενθαρρύνουμε να του μαθαίνει πράγματα.
Προσωπικός χώρος:
Είναι πολύ σημαντικό, ειδικά καθώς μεγαλώνουν τα αδέρφια, να έχουν -εφόσον αυτό είναι εφικτό- τον προσωπικό τους χώρο στο σπίτι, για να διαφυλάττουν εκεί την ιδιωτικότητά τους. Ακόμα κι αν τα αδέλφια χρειάζεται να μένουν στο ίδιο δωμάτιο, μπορεί αυτό να διαμορφωθεί έτσι, ώστε να μπορούν κάπως να απομονώνονται (π.χ. με ένα παραβάν).
Όταν τα πράγματα δείχνουν να μη βελτιώνονται:
Αν οι έντονοι τσακωμοί συνεχίζονται για χρόνια και τα παιδιά δείχνουν δυστυχισμένα, είναι απαραίτητο οι γονείς να επισκεφθούν έναν οικογενειακό σύμβουλο που θα τους κατευθύνει σωστά αναφορικά με τον ρόλο τους απέναντι στα παιδιά.
Το να δικαιώσει ο γονιός το παιδί είναι σημαντικό, γιατί έτσι αυτό νιώθει ότι έχει μια θέση στην οικογένεια, ότι ακούγεται.
Επιπλέον, μέσω αυτών των συζητήσεων τα παιδιά μαθαίνουν πόσο ουσιαστική είναι η επικοινωνία, που πολλές φορές ούτε τα ζευγάρια δεν έχουν μεταξύ τους. Με τον τρόπο αυτόν τα αδέλφια θα μάθουν, μεγαλώνοντας, να λύνουν ειρηνικά τις διαφορές τους, χωρίς να μένουν κατάλοιπα που θα οδηγήσουν κάποτε σε μεταξύ τους ρήξη.
Συμβουλές για αγαπημένα αδέλφια
Η κ. Κυριακίδου συμβουλεύει τους γονείς για το τι ακόμα μπορούν να κάνουν προκειμένου να συσφίξουν τους δεσμούς της οικογένειας και τις καλές σχέσεις των αδελφών:
Ενθαρρύνετε τη διαφορετικότητα του κάθε παιδιού:
Μην πιέζετε ένα εσωστρεφές παιδί να γίνει κοινωνικό ή ένα κοινωνικό παιδί να «συμμαζεύεται» και, κυρίως, μη λέτε στο ένα παιδί να παραδειγματίζεται από το άλλο. Το κάθε παιδί έχει την δική του προσωπικότητα που οφείλετε να μπολιάσετε με τρόπο που να οδηγεί το παιδί στην αυτονόμηση και αυτοεκτίμησή του.
Χρησιμοποιήστε το χιούμορ:
Το χιούμορ αποδεικνύεται σπουδαίος απινιδωτής μιας τεταμένης κατάστασης. Για παράδειγμα, όταν τα παιδιά πλακώνονται στο ξύλο και έρχονται σε εσάς για να αναλάβετε ρόλο διαιτητή μπορείτε απλά να τους πείτε: «αν θέλετε να σφαχτείτε, βγείτε έξω γιατί έχω σφουγγαρίσει!».
Μην τιμωρείτε τα παιδιά για τους καβγάδες τους:
Η τιμωρία στις περιπτώσεις αυτές δεν βοηθά τα παιδιά. Τα κάνει να νιώθουν ακόμα πιο αδικημένα και έτσι γίνονται επαναστάτες στην οικογένεια και αρχίζουν να μη σέβονται τους γονείς.
Κοινά παιχνίδια:
Όπως αναφέραμε και παραπάνω, τα μικρά παιδιά δεν έχουν μάθει να μοιράζονται. Ένας καλός τρόπος για να τους το μάθετε είναι μέσα από το παιχνίδι. Ένα επιτραπέζιο παιχνίδι, παραδείγματος χάριν, που να ανταποκρίνεται στις ηλικίες των παιδιών, θα τα μάθει να μοιράζονται, να γελούν και να διασκεδάζουν μαζί –άλλωστε, αυτός είναι ο σκοπός. Μάλιστα, καλό είναι να επιλέγετε παιχνίδια που δεν δίνουν έμφαση στον νικητή, αλλά στον ηττημένο (π.χ. ο ηττημένος θα επιλέξει τι ταινία θα δείτε το βράδυ)!
Οι δουλειές του σπιτιού:
Να καλείτε τα παιδιά, ακόμα και των πιο μικρών ηλικιών, να συμμετέχουν στις δουλειές του σπιτιού, π.χ. στο μαγείρεμα ή το μάζεμα των παιχνιδιών. Κάντε το, όμως, όχι με τρόπο τυπικό αλλά σαν παιχνίδι (π.χ. όσο πιο γρήγορα μαζέψετε τα δωμάτιά σας, τόσο πιο γρήγορα θα πάμε βόλτα). Έτσι τα παιδιά θα μάθουν να μοιράζονται ευθύνες και υποχρεώσεις, ενώ θα αναπτύξουν πιο εύκολα πνεύμα συνεργασίας!
Οικογενειακές βόλτες και εκδρομές:
Μία μονοήμερη εκδρομή στο δάσος ή το βουνό, π.χ. για εξερεύνηση, εμπνέει τα παιδιά και τα φέρνει πιο κοντά.
Μην επισημαίνετε την διαφορά ηλικίας μεταξύ τους:
Ένα μεγάλο λάθος που κάνουν οι γονείς είναι να βάζουν ταμπέλες του «μικρού» και του «μεγάλου» ανάμεσα στα αδέλφια. Οι ταμπέλες αυτές στο μυαλό των παιδιών μεταφράζονται ως: Εσύ είσαι ο «μεγάλος», είσαι ο αρχηγός, είσαι υπεύθυνος για τον αδελφό/την αδελφή σου –άρα εσύ φταις για κάθε καβγά, εσύ είσαι ο κυρίαρχος της σχέσης. Αντίστοιχα, για τον «μικρό», η ταμπέλα αυτή σημαίνει ότι πρέπει να υποχωρεί, να χρειάζεται προστάτη, να του συγχωρούνται όλα λόγω ανωριμότητας κ.λ.π. Αντίθετα, το μεγάλο παιδί πρέπει να νιώθει οδηγός ή δάσκαλος αναφορικά με το μικρό όχι «αφεντικό». Αντί, λοιπόν, να το μαλώνουμε που δεν πρόσεξε τον αδερφό ή την αδερφή του, πρέπει να το ενθαρρύνουμε να του μαθαίνει πράγματα.
Προσωπικός χώρος:
Είναι πολύ σημαντικό, ειδικά καθώς μεγαλώνουν τα αδέρφια, να έχουν -εφόσον αυτό είναι εφικτό- τον προσωπικό τους χώρο στο σπίτι, για να διαφυλάττουν εκεί την ιδιωτικότητά τους. Ακόμα κι αν τα αδέλφια χρειάζεται να μένουν στο ίδιο δωμάτιο, μπορεί αυτό να διαμορφωθεί έτσι, ώστε να μπορούν κάπως να απομονώνονται (π.χ. με ένα παραβάν).
Όταν τα πράγματα δείχνουν να μη βελτιώνονται:
Αν οι έντονοι τσακωμοί συνεχίζονται για χρόνια και τα παιδιά δείχνουν δυστυχισμένα, είναι απαραίτητο οι γονείς να επισκεφθούν έναν οικογενειακό σύμβουλο που θα τους κατευθύνει σωστά αναφορικά με τον ρόλο τους απέναντι στα παιδιά.
Πηγή:www.mama365.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου