"Μια Κεφαλονίτικη παροιμία λέει:
"Όταν περνάς από του κουμπάρου σου το σπίτι, χαιρέτα κι ας μην είναι κανείς' στην πόρτα κάθεται ο Άι-Γιάννης.""μας πληροφορεί ο Δημήτρης Λουκάτος ("Συμπληρωματικά του Χειμώνα και της Άνοιξης"), μιλώντας για την ιδιαίτερη λαογραφική ιδιότητα του αγίου Ιωάννου του βαπτιστή, ως προστάτη των βαφτισιών και της κουμπαριάς. Και συνεχίζει:
"Τον "καλό" κουμπάρο-ανάδοχο των παιδιών τους, οι οικογένειες τον διαλέγουν συνήθως να είναι σε κάποιο ανώτερο από το δικό τους πνευματικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, οπότε και τον κρατούν, να ξαναγίνει "κουμπάρος" και στα στεφανώματα. ("Όπου έβαλε το λάδι, να βάλει και το κλήμα.") [...]
Στη Θεσσαλία: Πάνε όλοι, το πρωί, στη λειτουργία για να τιμήσουν τον άι-Γιάννη, εκείνον δε που θ'αργοπορήσει, τον παίρνουν στο τέλος και τον βρέχουν στη βρύση ή στο ποτάμι, για τιμωρία, παρ'όλο το κρύο (βαφτίσι κανονικό).
Στην Ανατολ.Θράκη: Βρέχονται αναμεταξύ τους οι χωρικοί όλη μέρα βουτώντας κλαδιά στο νερό (αναβλαστική βάφτιση) ή και ρίχνοντας ο ένας στον άλλον στο νερό, ιδιαίτερα τους νιόγαμπρους.
Οι νονοί έφερναν, πιο πολύ σήμερα, στους αναδεκτούς, τα δώρα της Πρωτοχρονιάς, ιδιαίτερα στα νήπια, που δεν περίμεναν παιγνίδια, αλλά ρουχαλάκια κι "ασημώματα".
Εκκλησίες του αγίου Ιωάννου είναι συχνές, που για να ξεχωρίζουν λέγονται του "Προδρόμου". (Ιστορικά εθιμική φέρεται η εκκλησία του Προδρόμου στο παλιό Καταφύγιο του Ολύμπου, όπου ήδη από το 1888, μας περιγράφεται το έθιμο, να γυρίζουν οι εορταστές ("Προδρομίτες") στα σπίτια σαν καλαντιστές-κουμπάροι, και να εύχονται στην οικογένεια τα πιο δυνατά παινέματα. Το ίδιο συνεχίζουν σήμερα -για φιλανθρωπικούς ή κοινωφελείς σκοπούς- οι Καταφυγιώτες που ζουν στην Κατερίνη)."
"Το έθιμο των «Προδρομιτών», που προέρχεται από την ιδιαίτερη πατρίδα των Καταφυγιωτών που ζουν στην Κατερίνη και ανάγεται στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, αναβιώνει συνήθως ανήμερα του εορτασμού του Αγίου Ιωάννη, η Μορφωτική Ένωση Καταφυγιωτών, σε συνεργασία με τον Πολιτιστικό Οργανισμό του Δήμου Κατερίνης.
Στα δύσκολα χρόνια της τουρκικής τυραννίας οι Έλληνες συνεχώς έψαχναν τρόπους οργάνωσης και αντίδρασης εναντίων τους, ένας από αυτούς ήταν και οι Προδρομίτες. Το όνομα «Προδρομίτες» δόθηκε στο έθιμο από την εορτάζουσα ημέρα του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, που έντεχνα ο λαός συμπλέκει την εορτή του Αγίου από χριστιανικής πλευράς και από εθνικής τα προδρόμια της Ελληνικής επανάστασης.
Την οργάνωσή τους την αναλάμβανε πάντα η εκκλησία για ασφάλεια και με το τέλος της Θείας Λειτουργίας οι ιερείς ευλογούσαν τους Προδρομίτες, τους χώριζαν σε τρεις ή τέσσερις ομάδες όσες και οι συνοικίες (μαχαλάδες) του χωριού και ξεκινούσαν αρχίζοντας γεμάτοι ζωντάνια τα προδρομίτικα τραγούδια σκορπίζοντας χαρά και κέφι σε όλο το χωριό.
Οι μικρότεροι σε ηλικία είχαν μαζί τους «τροβάδες» για τα διάφορα πεσκέσια όπως καρύδια, σταφίδες, λεφτοκάρια, στραγάλια (μπουμπουλάκια) και άλλα και την «γκιούμα» για το κρασί και το τσίπουρο που τους προσφερόταν. Σε κάθε σπίτι, αφού γίνονταν τα σχετικά κεράσματα, τελευταίο δίνονταν και το χρηματικό ποσό, ανάλογα βέβαια με τη δυνατότητα της κάθε νοικοκυράς. Τα χρήματα παραδίδονταν στην εκκλησιαστική επιτροπή όπου τα χώριζε σε τρία μέρη, το πρώτο δίδονταν στον ένοπλο εθνικό αγώνα, το δεύτερο για τις ανάγκες του κρυφού σχολειού και το τρίτο για διάφορα έργα κοινωνικής ωφέλειας.
Στο τέλος της ημέρας όλοι οι Προδρομίτες στην τοποθεσία «μπασαρά» άνοιγαν πρώτοι το μεγάλο χορό και ακολουθούσαν όλοι οι κάτοικοι πιασμένοι χέρι-χέρι τραγουδώντας. Το τσίπουρο και το κρασί που μάζευαν όλη μέρα το κερνούσαν σε όλους τους παρευρισκόμενους, που ήταν όλο το χωριό, θεωρούνταν δε ο χορός, ως πιο επίσημος καταφυγιώτικος.
Προς το τέλος του χορού, εμφανίζονταν στη μέση, η εκκλησιαστική επιτροπή κρατώντας αρμαθιές ξερών σύκων τις οποίες περνούσαν στο λαιμό του κάθε Προδρομίτη ως αμοιβή-έπαθλο. Η προτίμηση της χρήσης του σύκου είχε και αυτή το συμβολισμό της, το ξερό περίβλημα του συμβόλιζε την αιμοχαρή στυγνή Οθωμανική αυτοκρατορία, τα δε εκατοντάδες σπορίδια, τους σκλαβωμένους Έλληνες που μάχονταν από τα βαθιά σκοτάδια να αποτινάξουν τη σκληρή σκλαβιά τους."
Ενδιαφέροντα έθιμα για τη μέρα τούτη, καταγράφει κι ο μεγάλος λαογράφος μας Γεώργιος Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας"):
"Στη Θράκη οι χωρικοί από το πρωί τριγυρνούσαν κατά ομάδες στα χωριά τους κρατώντας δοχεία με νερό, όπου βύθιζαν κλωνάρια δέντρων και έβρεχαν ο ένας τον άλλον με αποτέλεσμα, πολλές φορές, να βρέχονται ολόκληροι. Το είχαν έθιμο "για το καλό του χρόνου". Στην Αγχίαλο:
Άλλα έθιμα έχουν ως βάση τους την αντίληψη για την τιμή την οποία αξιώθηκε ο Πρόδρομος, να βαπτίσει το Χριστό. Π.χ. στη Στενήμαχο "ο παπάς που πήγαινε να ευχηθεί στα σπίτια, όπου υπήρχε παιδί αγόρι, το σήκωνε με τα χέρια του και έλεγε: "άξιος! άξιος!" δηλαδή να γίνεις άξιος, όπως ο Βαπτιστής Ιωάννης, που αξιώθηκε να βαπτίσει το Χριστό. Αλλού το αξίωμα το κάμνουν παιδιά που γυρίζουν στα σπίτια μ'ένα σκαμνί."
Σε μερικούς τόπους για να τιμήσουν τον άγιο, κάνουν πανηγύρι, κατά τη διάρκεια του οποίου σφάζεται ένα βόδι και ακολουθεί συνεστίαση (λήμνος). Αλλού υπάρχει η συνήθεια στο τέλος της λειτουργίας να κόβεται στο νάρθηκα της εκκλησίας μια πίτα και να μοιράζουν τα κομμάτια σε όλους τους χωριανούς;. Στα χωριά όμως της Ρόδου, έχουμε συμπόσιο και διασκέδαση παιδιών. Έτσι στο χωριό Κρεμαστή "του αγίου Ιωάννου του Βαφτιστή το βράδυ μαζεύονται σε διάφορα σπίτια χωριστά τ'αγόρια και χωριστά τα κορίτσια και κάμνουν το "ρουφενέ"' αγοράζουν με έρανο μεζέδες, κρασί και διασκεδάζουν όλη τη νύχτα εκείνη τρώγοντας και πίνοντας. Δεν επιτρέπεται να μπει κανένας μεγάλος σε όποιο σπίτι γίνεται ο ρουφενές."
Ως συνέχεια των αγερμών του δωδεκαημέρου πρέπει να θεωρηθεί το έθιμο των Λακκοβικίων της Ανατ.Μακεδονίας, όπου την ημέρα του αγίου Ιωάννη "ομάς ανδρών, οι λεγόμενοι Παμπόγεροι, ενδύεται παλιόρουχα, κρεμά κώδωνας και παν άλλον δυνάμενον να εμποιήση τρόμον εις τους λοιπούς ανθρώπους και περιέρχεται ανά τας οδούς και οικίας, οπόθεν λαμβάνει χρήματα.""
Γράφει ο Γιώργος Ρούκαλης σχετικά στο "έθνος"(http://www.ethnos.gr/general2.asp?catid=13175&subid=20110&pubid=9600974):
"Μπαμπόγεροι, Μπουμπουσιάρια και Αράπηδες
Την ημέρα της Σύναξης του Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου σε πολλά χωριά της Μακεδονίας (ιδιαίτερα στον Νομό Δράμας), παρατηρείται ένα έθιμο ανάλογο με τις τελετές του καρναβαλιού, οι οποίες αργότερα επικράτησαν και σε παράλιες πόλεις και στα νησιά του Αιγαίου.
Ομάδες ανδρών, ντυμένοι με παλιά ρούχα ή δέρματα γίδας και περιζωσμένοι με αλυσίδες κουδουνιών γυρίζουν στους δρόμους κάνοντας έναν τρομακτικό θόρυβο και επιβάλλοντας εκβιαστικά συλλογή χρημάτων ή ειδών. Αυτοί οι μασκαράδες ονομάζονται Μπαμπόγεροι.
[..]
"Όταν περνάς από του κουμπάρου σου το σπίτι, χαιρέτα κι ας μην είναι κανείς' στην πόρτα κάθεται ο Άι-Γιάννης.""μας πληροφορεί ο Δημήτρης Λουκάτος ("Συμπληρωματικά του Χειμώνα και της Άνοιξης"), μιλώντας για την ιδιαίτερη λαογραφική ιδιότητα του αγίου Ιωάννου του βαπτιστή, ως προστάτη των βαφτισιών και της κουμπαριάς. Και συνεχίζει:
"Τον "καλό" κουμπάρο-ανάδοχο των παιδιών τους, οι οικογένειες τον διαλέγουν συνήθως να είναι σε κάποιο ανώτερο από το δικό τους πνευματικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, οπότε και τον κρατούν, να ξαναγίνει "κουμπάρος" και στα στεφανώματα. ("Όπου έβαλε το λάδι, να βάλει και το κλήμα.") [...]
Στη Θεσσαλία: Πάνε όλοι, το πρωί, στη λειτουργία για να τιμήσουν τον άι-Γιάννη, εκείνον δε που θ'αργοπορήσει, τον παίρνουν στο τέλος και τον βρέχουν στη βρύση ή στο ποτάμι, για τιμωρία, παρ'όλο το κρύο (βαφτίσι κανονικό).
Στην Ανατολ.Θράκη: Βρέχονται αναμεταξύ τους οι χωρικοί όλη μέρα βουτώντας κλαδιά στο νερό (αναβλαστική βάφτιση) ή και ρίχνοντας ο ένας στον άλλον στο νερό, ιδιαίτερα τους νιόγαμπρους.
Οι νονοί έφερναν, πιο πολύ σήμερα, στους αναδεκτούς, τα δώρα της Πρωτοχρονιάς, ιδιαίτερα στα νήπια, που δεν περίμεναν παιγνίδια, αλλά ρουχαλάκια κι "ασημώματα".
Εκκλησίες του αγίου Ιωάννου είναι συχνές, που για να ξεχωρίζουν λέγονται του "Προδρόμου". (Ιστορικά εθιμική φέρεται η εκκλησία του Προδρόμου στο παλιό Καταφύγιο του Ολύμπου, όπου ήδη από το 1888, μας περιγράφεται το έθιμο, να γυρίζουν οι εορταστές ("Προδρομίτες") στα σπίτια σαν καλαντιστές-κουμπάροι, και να εύχονται στην οικογένεια τα πιο δυνατά παινέματα. Το ίδιο συνεχίζουν σήμερα -για φιλανθρωπικούς ή κοινωφελείς σκοπούς- οι Καταφυγιώτες που ζουν στην Κατερίνη)."
"Το έθιμο των «Προδρομιτών», που προέρχεται από την ιδιαίτερη πατρίδα των Καταφυγιωτών που ζουν στην Κατερίνη και ανάγεται στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, αναβιώνει συνήθως ανήμερα του εορτασμού του Αγίου Ιωάννη, η Μορφωτική Ένωση Καταφυγιωτών, σε συνεργασία με τον Πολιτιστικό Οργανισμό του Δήμου Κατερίνης.
Στα δύσκολα χρόνια της τουρκικής τυραννίας οι Έλληνες συνεχώς έψαχναν τρόπους οργάνωσης και αντίδρασης εναντίων τους, ένας από αυτούς ήταν και οι Προδρομίτες. Το όνομα «Προδρομίτες» δόθηκε στο έθιμο από την εορτάζουσα ημέρα του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, που έντεχνα ο λαός συμπλέκει την εορτή του Αγίου από χριστιανικής πλευράς και από εθνικής τα προδρόμια της Ελληνικής επανάστασης.
Την οργάνωσή τους την αναλάμβανε πάντα η εκκλησία για ασφάλεια και με το τέλος της Θείας Λειτουργίας οι ιερείς ευλογούσαν τους Προδρομίτες, τους χώριζαν σε τρεις ή τέσσερις ομάδες όσες και οι συνοικίες (μαχαλάδες) του χωριού και ξεκινούσαν αρχίζοντας γεμάτοι ζωντάνια τα προδρομίτικα τραγούδια σκορπίζοντας χαρά και κέφι σε όλο το χωριό.
Οι μικρότεροι σε ηλικία είχαν μαζί τους «τροβάδες» για τα διάφορα πεσκέσια όπως καρύδια, σταφίδες, λεφτοκάρια, στραγάλια (μπουμπουλάκια) και άλλα και την «γκιούμα» για το κρασί και το τσίπουρο που τους προσφερόταν. Σε κάθε σπίτι, αφού γίνονταν τα σχετικά κεράσματα, τελευταίο δίνονταν και το χρηματικό ποσό, ανάλογα βέβαια με τη δυνατότητα της κάθε νοικοκυράς. Τα χρήματα παραδίδονταν στην εκκλησιαστική επιτροπή όπου τα χώριζε σε τρία μέρη, το πρώτο δίδονταν στον ένοπλο εθνικό αγώνα, το δεύτερο για τις ανάγκες του κρυφού σχολειού και το τρίτο για διάφορα έργα κοινωνικής ωφέλειας.
Στο τέλος της ημέρας όλοι οι Προδρομίτες στην τοποθεσία «μπασαρά» άνοιγαν πρώτοι το μεγάλο χορό και ακολουθούσαν όλοι οι κάτοικοι πιασμένοι χέρι-χέρι τραγουδώντας. Το τσίπουρο και το κρασί που μάζευαν όλη μέρα το κερνούσαν σε όλους τους παρευρισκόμενους, που ήταν όλο το χωριό, θεωρούνταν δε ο χορός, ως πιο επίσημος καταφυγιώτικος.
Προς το τέλος του χορού, εμφανίζονταν στη μέση, η εκκλησιαστική επιτροπή κρατώντας αρμαθιές ξερών σύκων τις οποίες περνούσαν στο λαιμό του κάθε Προδρομίτη ως αμοιβή-έπαθλο. Η προτίμηση της χρήσης του σύκου είχε και αυτή το συμβολισμό της, το ξερό περίβλημα του συμβόλιζε την αιμοχαρή στυγνή Οθωμανική αυτοκρατορία, τα δε εκατοντάδες σπορίδια, τους σκλαβωμένους Έλληνες που μάχονταν από τα βαθιά σκοτάδια να αποτινάξουν τη σκληρή σκλαβιά τους."
Ενδιαφέροντα έθιμα για τη μέρα τούτη, καταγράφει κι ο μεγάλος λαογράφος μας Γεώργιος Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας"):
"Στη Θράκη οι χωρικοί από το πρωί τριγυρνούσαν κατά ομάδες στα χωριά τους κρατώντας δοχεία με νερό, όπου βύθιζαν κλωνάρια δέντρων και έβρεχαν ο ένας τον άλλον με αποτέλεσμα, πολλές φορές, να βρέχονται ολόκληροι. Το είχαν έθιμο "για το καλό του χρόνου". Στην Αγχίαλο:
Άλλα έθιμα έχουν ως βάση τους την αντίληψη για την τιμή την οποία αξιώθηκε ο Πρόδρομος, να βαπτίσει το Χριστό. Π.χ. στη Στενήμαχο "ο παπάς που πήγαινε να ευχηθεί στα σπίτια, όπου υπήρχε παιδί αγόρι, το σήκωνε με τα χέρια του και έλεγε: "άξιος! άξιος!" δηλαδή να γίνεις άξιος, όπως ο Βαπτιστής Ιωάννης, που αξιώθηκε να βαπτίσει το Χριστό. Αλλού το αξίωμα το κάμνουν παιδιά που γυρίζουν στα σπίτια μ'ένα σκαμνί."
Σε μερικούς τόπους για να τιμήσουν τον άγιο, κάνουν πανηγύρι, κατά τη διάρκεια του οποίου σφάζεται ένα βόδι και ακολουθεί συνεστίαση (λήμνος). Αλλού υπάρχει η συνήθεια στο τέλος της λειτουργίας να κόβεται στο νάρθηκα της εκκλησίας μια πίτα και να μοιράζουν τα κομμάτια σε όλους τους χωριανούς;. Στα χωριά όμως της Ρόδου, έχουμε συμπόσιο και διασκέδαση παιδιών. Έτσι στο χωριό Κρεμαστή "του αγίου Ιωάννου του Βαφτιστή το βράδυ μαζεύονται σε διάφορα σπίτια χωριστά τ'αγόρια και χωριστά τα κορίτσια και κάμνουν το "ρουφενέ"' αγοράζουν με έρανο μεζέδες, κρασί και διασκεδάζουν όλη τη νύχτα εκείνη τρώγοντας και πίνοντας. Δεν επιτρέπεται να μπει κανένας μεγάλος σε όποιο σπίτι γίνεται ο ρουφενές."
Ως συνέχεια των αγερμών του δωδεκαημέρου πρέπει να θεωρηθεί το έθιμο των Λακκοβικίων της Ανατ.Μακεδονίας, όπου την ημέρα του αγίου Ιωάννη "ομάς ανδρών, οι λεγόμενοι Παμπόγεροι, ενδύεται παλιόρουχα, κρεμά κώδωνας και παν άλλον δυνάμενον να εμποιήση τρόμον εις τους λοιπούς ανθρώπους και περιέρχεται ανά τας οδούς και οικίας, οπόθεν λαμβάνει χρήματα.""
Γράφει ο Γιώργος Ρούκαλης σχετικά στο "έθνος"(http://www.ethnos.gr/general2.asp?catid=13175&subid=20110&pubid=9600974):
"Μπαμπόγεροι, Μπουμπουσιάρια και Αράπηδες
Την ημέρα της Σύναξης του Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου σε πολλά χωριά της Μακεδονίας (ιδιαίτερα στον Νομό Δράμας), παρατηρείται ένα έθιμο ανάλογο με τις τελετές του καρναβαλιού, οι οποίες αργότερα επικράτησαν και σε παράλιες πόλεις και στα νησιά του Αιγαίου.
Ομάδες ανδρών, ντυμένοι με παλιά ρούχα ή δέρματα γίδας και περιζωσμένοι με αλυσίδες κουδουνιών γυρίζουν στους δρόμους κάνοντας έναν τρομακτικό θόρυβο και επιβάλλοντας εκβιαστικά συλλογή χρημάτων ή ειδών. Αυτοί οι μασκαράδες ονομάζονται Μπαμπόγεροι.
[..]
Η Νικήσιανη είναι η έδρα του Δήμου Παγγαίου και βρίσκεται στον Νομό Καβάλας. Βρίσκεται σε υψόμετρο 350 μ. στις Βορειοανατολικές παρυφές του Παγγαίου. Μεταξύ των πολλών εθίμων και των εκδηλώσεων του «Πολιτιστικού Αυγούστου» είναι και το έθιμο των Αράπηδων (ο σύλλογος «Ο Αράπης» συμμετείχε στην τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας).
Το έθιμο των Αράπηδων είναι από τα πιο σημαντικά στον βαλκανικό χώρο. Γίνεται προς τιμήν του Αγίου Ιωάννη, ανήμερα της γιορτής του, στο τέλος του Δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων. Αναπαριστά τη μάχη της ζωής με τον θάνατο.
Παλικάρια και παιδιά, ντυμένα με προβιές και ζωσμένα με βαριά κουδούνια, τα «τσάνια», βγαίνουν από τα σοκάκια του χωριού και με τον εκκωφαντικό θόρυβο των κουδουνιών ξορκίζουν το κακό και φέρνουν το αισιόδοξο μήνυμα της ζωής.
Η προέλευση του εθίμου χάνεται μέσα στους αιώνες, αφού το Παγγαίο ήταν η κατοικία του θεού Διόνυσου."
Χρόνια πολλά!
Το έθιμο των Αράπηδων είναι από τα πιο σημαντικά στον βαλκανικό χώρο. Γίνεται προς τιμήν του Αγίου Ιωάννη, ανήμερα της γιορτής του, στο τέλος του Δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων. Αναπαριστά τη μάχη της ζωής με τον θάνατο.
Παλικάρια και παιδιά, ντυμένα με προβιές και ζωσμένα με βαριά κουδούνια, τα «τσάνια», βγαίνουν από τα σοκάκια του χωριού και με τον εκκωφαντικό θόρυβο των κουδουνιών ξορκίζουν το κακό και φέρνουν το αισιόδοξο μήνυμα της ζωής.
Η προέλευση του εθίμου χάνεται μέσα στους αιώνες, αφού το Παγγαίο ήταν η κατοικία του θεού Διόνυσου."
Χρόνια πολλά!
Πηγή: firiki.pblogs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου